Τo μεγαλείο και την ομορφιά του Αθω ύμνησ& 939v2110j #945;ν οι αρχαίοι, oι μεσαιωνικοί και οι νεώτεροι συγγραφείς. Κοσμικοί και Ιερωμένοι ομιλλώνται σε λυρικές περιγραφές της άγριας φυσικής ομορφιάς της ανατολικότερης χερσονήσου της Χαλκιδικής, που έμεινε αναλλοίωτη μέσα στους αιώνες, εξαιτίας της απόλυτης μόνωσης που της εξασφάλισε η δομή της μοναχικής πολιτείας και η ιδιαίτερη προστατευτική νομοθεσία της απόλυτης ανεξαρτησίας της. O Νικηφόρος Γρηγοράς (1360) περιγράφει τις καλλονές του Αθω ως εξής: «πανταχόθεν ρει ώσπερ εκ θησαυρών τότε εύπνουν της οσμής και το του άνθους εύχρουν, δένδρεσί τε πολυπληθέσι κομά και λειμώνας ποικίλους πλουτεί και τέρψεως πέπλος έντευθεν υφαίνεται ξένος και συμμιγής, άμα δε και θαλάσση μακρά στεφανούται πολλήν ως εκ κύκλου κομιζούση την χάριν». Σε χρυσόβουλλο του Αλεξίου Α΄ του Κομνηνού προς τη Μονή της Λαύρας (περίπου το 1144) αναγνωρίζεται οριστικό και επιβάλλεται επίσημα η ονομασία: «εφεξής το όρος του Αθω καλείσθαι Αγιον Όρος παρά πάντων». Στο κατοπινό έγγραφα διαβάζουμε την πλήρη ονομασία: «Το Αγιώνυμον Όρος του Αθω». Ο ίδιος αυτοκράτορας αποκαλεί το Όρος «το πλέον βασιλικόν και όντως θείον μεταξύ πασών των ορέων». Ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β΄ ο Παλαιολόγος το ονομάζει «καταφύγιον πασών των αρετών». Ο Ιωάννης Καντακουζηνός το αποκαλεί «θείαν πολιτείαν» και «πόλιν ούρανιον». Ο Νικηφόρος Γρηγοράς γράφει για το Αγιον Όρος ότι «εξ υπαρχής η φύσις το ητοίμασεν και το διέθεσεν δια να γίνει σπουδαστήριον, ένθα καλλιεργείται η αρετή». Ο πατριάρχης Νικόλαος Γ΄ το χαρακτηρίζει ως «Θεού εύρημα προς κατοικίαν αγίων ανθρώπων». Ο πάπας Ινοκέντιος Γ΄ ονομάζει το Όρος «οίκον του Θεού και πύλην του ουρανού». Μετά την άλωση, το Αγιον Όρος θεωρήθηκε από όλους «απροσμάχητος της ορθοδοξίας ακρόπολις», «μουσών καταφύγιον και κιβωτός Ιερών παραδόσεων». Οι καλόγεροι όμως του Αγίου Όρους τη μοναχική πολιτεία του Αθω θεωρούν ανέκαθεν αφιερωμένη στη Μητέρα του Θεού και ονομάζουν το Αγιον Όρος «κλήρον ίδιον της Θεοτόκου» και «περιβόλι της Παναγίας». Σε αυτό ακριβώς το γεγονός βασίζεται και το άβατο του Αγίου Όρους: «όρος ανεπίβατον τη γυναικεία φύσει».
|